KnigaRead.com/
KnigaRead.com » Научные и научно-популярные книги » Иностранные языки » Ю. Чорногор - Греческий шутя. 100 анекдотов для начального чтения

Ю. Чорногор - Греческий шутя. 100 анекдотов для начального чтения

На нашем сайте KnigaRead.com Вы можете абсолютно бесплатно читать книгу онлайн Ю. Чорногор, "Греческий шутя. 100 анекдотов для начального чтения" бесплатно, без регистрации.
Перейти на страницу:

Η κυρία στο φούρναρη (женщина – пекарю; ο φούρναρης):

– «Είμαι τόσο νευριασμένη μαζί σας (я так нервничаю из-за вас), το ψωμί που μου δώσατε χθες ήταν μπαγιάτικο (хлеб, что вы мне продали: «дали» вчера, был черствый; δίνω – давать; продавать)

– «Μα, τι λέτε κυρία μου, εμείς φτιάχνουμε ψωμί εδώ και 20 χρόνια (да что вы говорите, госпожа, мы печем: «готовим» хлеб уже 20 лет)

Και η κυρία:

– «Ναι, αλλά το πουλάτε τώρα (да, но продаете его сейчас)

Η κυρία στο φούρναρη:

– «Είμαι τόσο νευριασμένη μαζί σας, το ψωμί που μου δώσατε χθες ήταν μπαγιάτικο.»

– «Μα, τι λέτε κυρία μου, εμείς φτιάχνουμε ψωμί εδώ και 20 χρόνια!»

Και η κυρία:

– «Ναι, αλλά το πουλάτε τώρα!»

* * *

Ο πελάτης αγανακτισμένος (возмущенный клиент; αγανακτώ – возмущаться, негодовать): Τι κατάσταση είναι αυτή (что это такое: «что за ситуация эта»?); Όλη τη νύχτα δεν έκλεισα μάτι (всю ночь не сомкнул глаз; κλείνω – закрывать), παρακολουθώντας μια ολόκληρη μάχη ποντικών (наблюдая целую = настоящую битву мышей; παρακολουθώ; το ποντίκι)!

Ο ξενοδόχος (хозяин гостиницы): Και τι θα θέλατε να δείτε κύριε με τα λεφτά που δώσατε (а что вы хотели увидеть, господин, за те деньги, которые заплатили?; βλέπω; δίνω – давать; платить); Ταυρομαχίες (корриду?; ο ταύρος – бык; η μάχη – бой, борьба);

Ο πελάτης αγανακτισμένος: Τι κατάσταση είναι αυτή; Όλη τη νύχτα δεν έκλεισα μάτι, παρακολουθώντας μια ολόκληρη μάχη ποντικών!

Ο ξενοδόχος: Και τι θα θέλατε να δείτε κύριε με τα λεφτά που δώσατε; Ταυρομαχίες;

* * *

Πάει ένας τύπος μετά από πολύ καιρό στο γιατρό του (идет один человек спустя много времени к своему врачу; ο τύπος – тип, вид, категория; человек, тип; ο καιρός; ο γιατρός) να ρωτήσει για τα αποτελέσματα από κάτι εξετάσεις που είχε κάνει (чтобы спросить о результатах каких-то анализов, которые он делал = сдавал; ρωτάω; το αποτέλεσμα; η εξέταση – рассмотрение, исследование; анализ, медицинское обследование).

– «Τι γίνεται γιατρέ (как дела: «что происходит», доктор?); Όλα καλά, έτσι (все хорошо, да: «так»?)

– «Δυστυχώς έχω για σένα δυσάρεστα νέα και πολύ δυσάρεστα νέα, λέει ο γιατρός (к сожалению, у меня для тебя неприятные и очень неприятные новости, говорит врач; το νέο). Ποια θες να ακούσεις πρώτα (какую хочешь услышать первой?)

– «Τι μου λες γιατρέ μου τώρα (что ты /такое/ мне говоришь, доктор); Με κάνεις και ανησυχώ (ты меня заставляешь волноваться; κάνω – делать; заставлять). Πες μου τα δυσάρεστα πρώτα (скажи мне неприятную сначала). Τι τρέχει (что происходит; τρέχω – бежать; происходить)

– «Κοίτα (смотри)! Οι εξετάσεις δείχνουν ότι έχεις 24 ώρες ζωής (анализы показывают, что у тебя /осталось/ 24 часа жизни)

– «Τι λες ρε γιατρέ τώρα (что ты такое говоришь, доктор?); Και τα πολύ δυσάρεστα ποια είναι δηλαδή (а очень неприятная какая же тогда?; δηλαδή – а именно; что же)

– «Σε ψάχνω από χθες (/я/ тебя ищу со вчерашнего дня)!..»

Πάει ένας τύπος μετά από πολύ καιρό στο γιατρό του να ρωτήσει για τα αποτελέσματα από κάτι εξετάσεις που είχε κάνει.

– «Τι γίνεται γιατρέ; Όλα καλά, έτσι;»

– «Δυστυχώς έχω για `σένα δυσάρεστα νέα και πολύ δυσάρεστα νέα, λέει ο γιατρός. Ποια θες να ακούσεις πρώτα;»

– «Τι μου λες γιατρέ μου τώρα; Με κάνεις και ανησυχώ. Πες μου τα δυσάρεστα πρώτα. Τι τρέχει;»

– «Κοίτα! Οι εξετάσεις δείχνουν ότι έχεις 24 ώρες ζωής!»

– «Τι λες ρε γιατρέ τώρα; Και τα πολύ δυσάρεστα ποια είναι δηλαδή;»

– «Σε ψάχνω από χθες!..»

* * *

Μια βραδιά ο πατέρας του Τοτού είχε καλεσμένους στο σπίτι και τον έστειλε να πάρει κόκα κόλα (однажды вечером отец Тотоса пригласил домой гостей и послал его купить кока-колы; έχω; στέλνω; παίρνω – брать; покупать). Πάει λοιπόν ο Τοτός και κατά λάθος (и вот идет Тотос и по ошибке), μπαίνει στο χασάπικο (заходит в мясную лавку).

Αφηρημένος όπως ήταν ζητάει του χασάπη μια κόκα κόλα (рассеянный как обычно: «как был», просит у мясника кока-колу; αφηρημένος – абстрактный, отвлеченный; рассеянный; ο χασάπης). Ο χασάπης του λέει ότι δεν έχει και αυτός φεύγει (мясник ему говорит, что у него ее нет: «что не имеет», и тот уходит). Πάει στο σπίτι και το λέει του πατέρα του ότι δεν είχε το μαγαζί (идет /он/ домой и говорит отцу, что в магазине /кока-колы/ нет). Αυτός του είπε να ξαναπάει (/а/ тот сказал ему сходить снова; λέω).

Ξαναπάει λοιπόν στο χασάπικο (итак, он снова идет в мясную лавку; ξανά – вновь, еще раз; ξαναπηγαίνω) και ξαναλέει του χασάπη να του δώσει κόκα κόλα (и опять говорит мяснику, чтоб дал ему кока-колы; ξαναλέω; δίνω). Ο χασάπης του λέει ότι δεν έχει (мясник ему говорит, что у него ее нет) και ότι αν του το ξαναπεί, θα τον κρεμάσει ανάποδα (и что, если он ему еще раз скажет /такое/, тот подвесит его верх ногами; κρεμάω; το πόδι – нога).

Ο Τοτός ξαναζητάει λοιπόν και τον πιάνει ο χασάπης και τον κρεμάει ανάποδα (и вот Тотос снова просит, и берет его мясник и вешает верх ногами; ξαναζητάω; πιάνω).

Έτσι όμως που τον κρέμασε (вися таким образом: «как его повесили»), βλέπει ο Τοτός ένα αρνί κρεμασμένο και το ρωτάει (видит Тотос барана, подвешенного /за ноги/, и спрашивает его):

– «Και εσύ για κόκα κόλα ήρθες (и ты за кока-колой пришел?; έρχομαι)

Μια βραδιά ο πατέρας του Τοτού είχε καλεσμένους στο σπίτι και τον έστειλε να πάρει κόκα κόλα. Πάει λοιπόν ο Τοτός και κατά λάθος, μπαίνει στο χασάπικο.

Αφηρημένος όπως ήταν ζητάει του χασάπη μια κόκα κόλα. Ο χασάπης του λέει ότι δεν έχει και αυτός φεύγει. Πάει στο σπίτι και το λέει του πατέρα του ότι δεν είχε το μαγαζί. Αυτός του είπε να ξαναπάει.

Ξαναπάει λοιπόν στο χασάπικο και ξαναλέει του χασάπη να του δώσει κόκα κόλα. Ο χασάπης του λέει ότι δεν έχει και ότι αν του το ξαναπεί, θα τον κρεμάσει ανάποδα.

Ο Τοτός ξαναζητάει λοιπόν και τον πιάνει ο χασάπης και τον κρεμάει ανάποδα.

Έτσι όμως που τον κρέμασε, βλέπει ο Τοτός ένα αρνί κρεμασμένο και το ρωτάει:

– «Και εσύ για κόκα κόλα ήρθες;»

* * *

Έσκαβε ο Τοτός στην αυλή του μια τρύπα (выкопал Тотос во дворе ямку: «отверстие»; σκάβω). Περνούσε ο γείτονας και είδε τον Τοτό να σκάβει (проходил сосед и увидел, как Тотос копает; περνάω; βλέπω). Τον ρωτάει (спрашивает его):

– Τι κάνεις εκεί μικρέ (что ты там делаешь, малыш; κάνω);

– Πέθανε το καναρίνι μου και το θάβω (умерла моя канарейка, и я ее хороню; πεθάνω), αποκρίνεται ο Τοτός με σκυμμένο το κεφάλι (отвечает Тотос с поникшей головой; αποκρίνομαι; σκύβω – гнуть, нагибать).

– Και γιατί κάνεις τόσο μεγάλη τρύπα (а зачем делаешь такую большую ямку: «дыру»); Ξαναρωτάει ο γείτονας (снова спрашивает сосед).

– Γιατί το καναρίνι μου είναι μέσα στον ηλίθιο τον γάτο σου, απαντάει ο Τοτός (потому что моя канарейка внутри твоего тупого кота, отвечает Тотос; ο γάτος).

Έσκαβε ο Τοτός στην αυλή του μια τρύπα. Περνούσε ο γείτονας και είδε τον Τοτό να σκάβει. Τον ρωτάει:

– Τι κάνεις εκεί μικρέ;

– Πέθανε το καναρίνι μου και το θάβω, αποκρίνεται ο Τοτός με σκυμμένο το κεφάλι.

– Και γιατί κάνεις τόσο μεγάλη τρύπα; Ξαναρωτάει ο γείτονας.

– Γιατί το καναρίνι μου είναι μέσα στον ηλίθιο τον γάτο σου, απαντάει ο Τοτός.

* * *

Ο Τοτός παίζει για ώρα στον κήπο (Тотос играет некоторое время в саду; ο κήπος), και η μητέρα του επιτέλους του φωνάζει (и мать, наконец, ему кричит; φωνάζω):

– Άντε πιά μαζέψου σπίτι (хватит уже, собирайся домой; μαζεύομαι)! Τι κάνεις τόση ώρα (что ты там делаешь столько времени; η ώρα – час; время);

Ο μικρός απαντά (ребенок отвечает; μικρός – маленький; ο μικρός – ребенок):

– Άσε με μαμά, παίζω με τον παππού (оставь меня, мама, я играю с дедушкой; ο παππούς)!

Κι η μητέρα του μονολογεί (и его мать говорит себе; μονολογώ; ο μονόλογος – монолог):

– Α το παλιόπαιδο, πάλι ξέθαψε τον παππού (ах, дрянной мальчишка, опять выкопал дедушку; ξεθάβω)!

Ο Τοτός παίζει για ώρα στον κήπο, και η μητέρα του επιτέλους του φωνάζει:

Перейти на страницу:
Прокомментировать
Подтвердите что вы не робот:*