KnigaRead.com/
KnigaRead.com » Научные и научно-популярные книги » Иностранные языки » Ю. Чорногор - Греческий шутя. 100 анекдотов для начального чтения

Ю. Чорногор - Греческий шутя. 100 анекдотов для начального чтения

На нашем сайте KnigaRead.com Вы можете абсолютно бесплатно читать книгу онлайн "Ю. Чорногор - Греческий шутя. 100 анекдотов для начального чтения". Жанр: Иностранные языки издательство -, год -.
Перейти на страницу:

– «Το ξέρω», απαντάει ο σύζυγος (знаю, отвечает супруг). «Σκέφτηκα μήπως μου βρίσκατε καμία καλύτερη (думал, может, найдете мне получше; σκέφτομαι; βρίσκω)…»

Πάει κάποιος στην αστυνομία και λέει:

– «Η γυναίκα μου αγνοείται. Είναι ψηλή, όμορφη, αδύνατη και ξανθιά.»

Ο αστυνόμος ζητάει την φωτογραφία της, την κοιτάζει και λέει:

– «Μα κύριε, αυτή είναι κοντή, χοντρή και άσχημη!»

– «Το ξέρω», απαντάει ο σύζυγος. «Σκέφτηκα μήπως μου βρίσκατε καμία καλύτερη…»

* * *

Ενας δικηγόρος και μια ξανθιά κάθονται δίπλα δίπλα στο τρένο από Αθήνα προς Θεσσαλονίκη (адвокат и блондинка сидят рядом в поезде из Афин в Салоники; κάθομαι). Ο δικηγόρος τη ρωτάει αν θα ήθελε να παίξουν ένα παιχνίδι για να περάσει η ώρα (адвокат ее спрашивает, хотела бы она сыграть в игру, чтобы провести время; θέλω; παίζω; περνάω – переходить; проходить /о времени/; η ώρα – час; время). «Θα κάνουμε ερωτήσεις ο ένας στον άλλο (мы будем задавать друг другу вопросы; η ερώτηση)», της λέει (говорит ей), «και όποιος δεν ξέρει την απάντηση (и /тот/, кто не знает ответа), θα δίνει στον άλλο κάποια χρήματα (заплатит другому сколько-то денег; δίνω – давать; платить)».

H ξανθιά αρνείται και ο δικηγόρος αλλάζει την προσφορά του (блондинка отказывается, и адвокат меняет свое предложение; αρνούμαι – отвергать; отказываться): «Αν δεν ξέρεις εσύ την απάντηση (если не знаешь ты ответа), θα μου δώσεις 5 ευρώ (заплатишь мне 5 евро; δίνω). Αν δεν την ξέρω εγώ, θα σου δώσω 500 ευρώ (если его не буду знать я, то заплачу тебе 500)». Η ξανθιά συμφωνεί και ο δικηγόρος ξεκινά (блондинка соглашается, и адвокат начинает): «Ποια είναι η απόσταση μεταξύ της γης και της σελήνης (какое расстояние между землей и луной; η γη; η σελήνη);». Η ξανθιά, χωρίς κουβέντα, ανοίγει το πορτοφόλι της και του δίνει 5 ευρώ (блондинка без разговоров открывает свой кошелек и дает ему 5 евро). Τώρα είναι η σειρά της (теперь ее очередь). «Τι είναι αυτό που ανεβαίνει το βουνό με τρία πόδια και το κατεβαίνει με τέσσερα;» τον ρωτάει (что это такое, что поднимается на гору на трех ногах и спускается на четырех, спрашивает его).

Ο δικηγόρος την κοιτάζει απορημένος (адвокат смотрит на нее с недоумением; απορώ). Ανοίγει το λάπτοπ του και ψάχνει όλα τα αρχεία (открывает свой ноутбук и ищет по всем документам), στέλνει e-mail σε όλους τους φίλους του (посылает электронные письма /англ./ всем своим друзьям) αλλά απάντηση δεν βρίσκει (но ответа не находит). Υστερα από ώρα προσπάθειας (после часа попыток; η προσπάθεια), ανοίγει το πορτοφόλι του και δίνει στην ξανθιά 500 ευρώ (открывает свой бумажник и дает блондинке 500 евро). Εκείνη τα παίρνει και γυρίζει στο πλάι να κοιμηθεί (она берет /деньги/ и поворачивается на бок, чтобы спать; κοιμάμαι). Ο δικηγόρος εκνευρισμένος, τη ρωτάει (раздраженный адвокат ее спрашивает; εκνευρίζομαι): «Λοιπόν, τι είναι αυτό που ανεβαίνει το βουνό με τρία πόδια και το κατεβαίνει με τέσσερα (ну, и что это, что поднимается на гору на трех ногах и спускается на четырех)

Η ξανθιά τον ξανακοιτάει (блондинка смотрит на него опять; κοιτάζω) και, χωρίς κουβέντα, ανοίγει το πορτοφόλι της (и без разговоров открывает свой кошелек), του ξαναδίνει 5 ευρώ και γυρίζει από την άλλη (снова дает ему 5 евро и поворачивается на другую /сторону/).

Ενας δικηγόρος και μια ξανθιά κάθονται δίπλα δίπλα στο τρένο από Αθήνα προς Θεσσαλονίκη. Ο δικηγόρος τη ρωτάει αν θα ήθελε να παίξουν ένα παιχνίδι για να περάσει η ώρα. «Θα κάνουμε ερωτήσεις ο ένας στον άλλο», της λέει, «και όποιος δεν ξέρει την απάντηση, θα δίνει στον άλλο κάποια χρήματα».

H ξανθιά αρνείται και ο δικηγόρος αλλάζει την προσφορά του: «Αν δεν ξέρεις εσύ την απάντηση, θα μου δώσεις 5 ευρώ. Αν δεν την ξέρω εγώ, θα σου δώσω 500 ευρώ». Η ξανθιά συμφωνεί και ο δικηγόρος ξεκινά: «Ποια είναι η απόσταση μεταξύ της γης και της σελήνης;». Η ξανθιά, χωρίς κουβέντα, ανοίγει το πορτοφόλι της και του δίνει 5 ευρώ. Τώρα είναι η σειρά της. «Τι είναι αυτό που ανεβαίνει το βουνό με τρία πόδια και το κατεβαίνει με τέσσερα;» τον ρωτάει.

Ο δικηγόρος την κοιτάζει απορημένος. Ανοίγει το λάπτοπ του και ψάχνει όλα τα αρχεία, στέλνει e-mail σε όλους τους φίλους του αλλά απάντηση δεν βρίσκει. Υστερα από ώρα προσπάθειας, ανοίγει το πορτοφόλι του και δίνει στην ξανθιά 500 ευρώ. Εκείνη τα παίρνει και γυρίζει στο πλάι να κοιμηθεί. Ο δικηγόρος εκνευρισμένος, τη ρωτάει: «Λοιπόν, τι είναι αυτό που ανεβαίνει το βουνό με τρία πόδια και το κατεβαίνει με τέσσερα;»

Η ξανθιά τον ξανακοιτάει και, χωρίς κουβέντα, ανοίγει το πορτοφόλι της, του ξαναδίνει 5 ευρώ και γυρίζει από την άλλη.

* * *

Ένας φτωχός ανθρωπάκος με τη γυναίκα του πήγανε στο πανηγύρι του χωριού (один бедняк: «бедный человечек» с женой пошли на деревенское гулянье; πηγαίνω; το πανηγύρι; το χωριό). Εκεί είχαν και ένα ελικόπτερο που έκανε ασκήσεις στον αέρα (там был и вертолет, который делал трюки: «упражнения» в воздухе; έχω; κάνω; η άσκηση; ο αέρας), γύριζε ανάποδα (переворачивался верх дном; γυρίζω – кружиться, вращаться; поворачиваться), έπαιρνε απότομες στροφές (делал: «брал» крутые повороты; παίρνω; η στροφή – вращение; поворот) και ήταν πολύ εντυπωσιακό (и производил большое впечатление: «был очень эффектным»; είμαι). Ο τύπος ήθελε λοιπόν να μπει στο ελικόπτερο (человек хотел, в общем, сесть в вертолет; θέλω; μπαίνω – входить; влезать, забираться) αλλά η γυναίκα του δεν τον άφηνε γιατί το εισιτήριο ήταν 50 ευρώ (но жена его не пускала, потому что билет был 50 евро; αφήνω):

– Μα βρε γυναίκα, δεν βλέπεις τί ωραίο που είναι (но жена, не видишь, как это здорово); Πού θα το ξαναζήσουμε αυτό (где мы еще такое попробуем: «переживем»; ζω – жить, существовать; проживать);

– Ναι, αλλά 50 ευρώ είναι 50 ευρώ (да, но 50 евро это 50 евро).

Τον επόμενο χρόνο, ξανά τα ίδια (на следующий год, то же самое; ο χρόνος). Ο τύπος ήθελε να μπει στο ελικόπτερο αλλά η γυναίκα του επέμενε ότι 50 ευρώ είναι 50 ευρώ (мужчина хотел покататься на вертолете, но его жена настаивала, что 50 евро это 50 евро; επιμένω). Αφού γινόταν αυτό για μερικά χρόνια (так как происходило это /уже/ несколько лет; γίνομαι – становиться; происходить), κάποια χρονιά ο πιλότος του ελικοπτέρου τον λυπήθηκε τον φίλο μας (один год пилот вертолета пожалел нашего друга; λυπάμαι). Οπότε του είπε οτι θα τον αφήσει αυτόν και την γυναίκα του να μπουν στο ελικόπτερο τζάμπα (поэтому сказал ему, что разрешит ему и его жене сесть в вертолет даром; λέω; αφήνω – пускать; разрешить /сделать что-л./) με τον όρο ότι δεν θα μιλήσουν και δεν θα φωνάξουν καθόλου (при условии, что они не будут говорит и не будут кричать; ο όρος; μιλάω; φωνάζω) όσο θα διαρκέσει η πτήση (пока будет длится полет; διαρκώ). Μπαίνουν λοιπόν και αρχίζει ο πιλότος μια να ανεβαίνει, μια να κατεβαίνει (итак, садятся они, и начинает пилот то подниматься, то опускаться), να γυρίζει ανάποδα και να κάνει ό,τι τρέλα μπορείς να φανταστείς (поворачивается верх дном и делает все безумства, какие можешь себе представить; φαντάζομαι). Ο τύπος και η γυναίκα του δεν έβγαλαν ούτε άχνα (человек и его жена не издали не звука; βγαζω – снимать; извлекать; η άχνα – пар; δεν βγάζω άχνα – не проронить ни звука). Ο πιλότος προσπαθεί περισσότερο για να τους εντυπωσιάσει (пилот старается еще больше, чтобы их впечатлить; εντυπωσιάζω), αλλά πάλι δεν ακούει τίποτα (но снова не слышит ничего). Αφού τελειώνει η πτήση και προσγειώνονται (как только закончился полет и они приземлились), γυριζει ο πιλότος και λέει στον τύπο (поворачивается пилот и говорит мужчине):

– Ρε φίλε, με ξαφνιάζεις (ну, друг, ты меня удивляешь). Τόσες τούμπες στον αέρα και δεν μίλησες καθόλου (столько кувырков в воздухе, и ты не сказал ничего; μιλάω)!

– Σκέφτηκα να πω κάτι όταν έπεσε η γυναίκα μου (я собирался сказать что-то, когда выпала моя жена; σκέφτομαι – думать, размышлять; собираться, намереваться; πέφτω), αλλά 50 ευρώ είναι 50 ευρώ!

Ένας φτωχός ανθρωπάκος με τη γυναίκα του πήγανε στο πανηγύρι του χωριού. Εκεί είχαν και ένα ελικόπτερο που έκανε ασκήσεις στον αέρα, γύριζε ανάποδα, έπαιρνε απότομες στροφές και ήταν πολύ εντυπωσιακό. Ο τύπος ήθελε λοιπόν να μπει στο ελικόπτερο αλλά η γυναίκα του δεν τον άφηνε γιατί το εισιτήριο ήταν 50 ευρώ:

Перейти на страницу:
Прокомментировать
Подтвердите что вы не робот:*