KnigaRead.com/
KnigaRead.com » Религия и духовность » Религия » Александр Бриллиантов - Влияние восточного богословия на западное в произведениях Иоанна Скота Эригены

Александр Бриллиантов - Влияние восточного богословия на западное в произведениях Иоанна Скота Эригены

На нашем сайте KnigaRead.com Вы можете абсолютно бесплатно читать книгу онлайн Александр Бриллиантов, "Влияние восточного богословия на западное в произведениях Иоанна Скота Эригены" бесплатно, без регистрации.
Перейти на страницу:

621

f. 154b.

622

f. 138a: νέφος — έστι τφ ήγεμονικφ τής ψυχής έπισκοτοΰν τδ σαρκικδν πάθος, και προκάλυμμά έστιν ή κατ’αΐ'σθησιν απάτη. κτλ.

623

f.241a: γυμνός ήν δ πρώτος άνθρωπος, ούχ ώς άσαρκος και άσώματος, άλλ’ ώς τήν παχυτέραν τήν σάρκα ποιοΰσαν καί θνητήν και άντίτυπον κρ&σιν ούκ έχων.

624

f. 134а· Επειδή<…>ό άνθρωπος<…>λήθην<…>Θεοΰ πάμπαν έπεποίητο, τής γνώμης άξιον κατά θείαν ψήφον<…>έδρίψατο καρπόν, ού μόνον τοΰ σώματος τήν φθοράν καί τόν θάνατον<…>, αλλά καί τής έκτός καί περί αύτόν ύλικής ουσίας τό άστατον καί ανώμαλον<…>, είτε τότε αύτήν τοΰ θεοΰ διά τήν παράβασιν τφ ήμετέρψ σώματι συμμετακεράσαντος, καί τήν πρός τό άλλοιοΰσθαι καί αύτη, ώσπερ τφ σώματι<…>ένθεμένου δύναμιν<…>, είτε έξ αρχής κατά πρόγνωσιν οΟτως αύτήν δημιουργήσαντος διά τήν προοραθεΓσαν παράβασιν ώστε τφ πάσχειν καί κακοΰσθαι δι’ αύτής, είς συναίσθησιν έαυτοΰ καί τοΰ οικείου αξιώματος έλθείν…

625

f.24la: Οϋδέν<…>ειχεν 6 πρώτος άνθρωπος μεταξύ θεοΰ καί αύτοΰ προβεβλημένον πρός είδησιν,<…>δίχα παντός Επικαλύμματος καί προβλήματος, οία τής πρός τά αισθητά τών αισθήσεων έμπαθοϋς συμπλοκής τυγχάνων έλεύθερος.

626

f. 135a; f. 263b.

627

f. 158b: Τήν γάρ σύμβουλον παραδεξαμένην τόν δφιν θεοΰ πλέον παραδεξάμενος αίσθησιν καί τοΰ άπηγορευμένου ξύλου, ф καί θάνατον συνεΐναι προεδιδάχθη τόν καρπόν όρέγουσαν. βρώσεως άπαρχήν ποιησάμενος, πρόσφορον τφ καρπφ τήν ζωήν μετηλλάξατο, ζώντα τόν θάνατον έαυτω κατά πάντα τόν χρόνον τοΰ παρόντος καιροΰ δημιουργήσας. ΕΙ γάρ φθορά γενέσεως ύπάρχει ό θάνατος, άεί δέ τό δι’ έπιρροής τροφών γινόμενον φυσικώς φθείρεται σώμα τή διαπνεόμενον, άεί άρα δι’ δν είναι τήν ζωήν έπίστευσεν άκμάζοντα έαυτφ τε καί ήμΐν τόν θάνατον ό Άδάμ συνετήρησεν.

628

f. 239а: έν fj (τη έκ σωμάτων γεννήσει) κράτος υπήρχε τής ήμών κατακρίσεως. Cp. Bach, I, 23.

629

d. 154b155b.

630

f. 159b: Τό γάρ πέρας τής παρούσης ταύτης ζωής ούδέ θάνατον οίμαι δίκαιον όνομάζειν, αλλά θανάτου απαλλαγήν, και φθοράς χωρισμόν, καί δουλείας έλευθερίαν, και ταραχής παΰλαν,<…>καί πάντων, Γνα συνελών ε&ιω, τών κακών περιγραφήν δπερ δί έκουσίου νεκρώσεως οί &γιοι κατορθώσαντες ξένους έαυτοϋς τοΰ βίου καί παρεπιδήμους παρέστησαν.

631

f.222b: Επειδή τοίνυν φυσικώς, ώς δεδημιούργητο, περί μέν τό ακίνητον, ώς αρχήν ιδίαν (φημί δέ τόν Θεόν) ό δνθρωπος οϊ>κεκίνητο<…>διά τοΰτο καινοτομοΰνται φύσεις, καί παραδόξως ύπέρ φύσιν περ'ι τό φύσει κινούμενον άκινήτως, Γν’ οϊτως ε&ιω, κινείται τό πάντη κατά φύσιν ακίνητον, καί Θεός δνθρωπος γίνεται, Γνα σώση τόν άπολόμενον άνθρωπον, καί τής κατά τό πδν καθόλου φύσεως δί έαυτοΰ τά κατά φύσιν ίνώσας ψήγματα, καί τούς καθόλου τών έπί μέρους προφερομένους λόγους, οίς ή τών διηρημένων γίνεσθαι πέφυκεν?νωσις, δείξας τήν μεγάλην βουλήν πληρώση τοΰ Θεοΰ καί Πατρός…

632

f. 226b: Άπερ [τό δφθάρτον καί τό άμαρτητικόν] είς έαυτόν κατά τήν σάρκωσιν μηδαμώς είληφώς ό Σωτήρ καί τά δί αύτά καταδεξάμενος τής μέν γενέσεως τήν γέννησιν σωστικήν έποιήσατο, τφ κατ’ αύτήν πάθει παραδόξως τήν τής γενέσεως αφθαρσίαν άνανεούμενος, τής δ’αύ πάλιν γεννήσεως τήν γένεσιν περιποιητικών κα-τεστήσατο, τη κατ’αύτήν άναμαρτησίρ τήν τής γεννήσεως καθαγιάζων έμπάθειαν, Γνα τήν μέν γένεσιν παντελώς άνασάκτηται, τφ κατ’ αύτήν θεοτελεΓ λογψ τήν φύσιν διακρατοΰσαν, τής δέ γεννήσεως τήν ΰποπεσοΰσαν axrrfj φύσιν διά τήν αμαρτίαν παντελώς έλευθερώση, τφ κατ’ αύτήν Γσως τοϊς λοίποις έπΐ γης ζώοις έπψ£>ϋτψ τής σποράς τρόπφ μή κρατουμένην.

633

f.2lib: λύει τους νόμους τής φύσεως ύπέρ φύσιν έν τοϊς κατά φύσιν τη φύσει χρώμένος ό θεός.

634

f. 209b: ό δί ήμάς έν ΰλη καί είδει καθ’ ήμάς αληθώς έξ ήμών γενόμενος θεός Λόγος, ό κατά φύσιν κυρίως δϋλος καί άνείδεος.

635

f. 246b: βασιλεία δέ έστι θεού ή πάσης ΰλης καί πασών τών κατ’ αύτήν φαντασιών καθαρεύουσα λήξις.

636

f. 210а: πάσα δουλοπρεπής τών παθών έπανάστασις διά τής παρουσίας τοΰ λόγου παντελώς άπεγένετο.

637

f. 228а: ήλθεν<…>καταοήσαι πρός έαυτόν τήν τής έπιθυμίας δύναμιν.

638

f. 213a; f. 248b.

639

Cf. Weser. 17–19.

640

f. 209b: «Νόμοι φύσε ως καταλύονται>(слова св. Григория). Τίνες δέ οί καταλυόμενοι νόμοι τής φύσεώς είσιν; Ή διά σποράς σύλληψις καί ή διά φθοράς έστιν, ώς οίμαι, γέννησις<…>. Έδει γάρ δντως,?δει τόν ποιητήν τής φύσεως δι’ έαυτοΰ τήν φύσιν έπανορθούμενον πρώτους καταλυσαι τούς νόμο.υς τής φύσεως, οις ή αμαρτία διά τής παρακοής τήν αύτήν τοΐς άλόγοις ξώοις τούς Ανθρώπους?χειν τής έξ άλλήλων διαδοχής Ιδιότητα κατεδίκασε.

641

f. 223a: ’Αμέλει τοι τής καθόλου των πάντων πρός έαυτόν ένώσεως έκ τής ήμών Αρξάμενος διαιρέσεως γίνεται τέλειος άνθρωπος, έξ ήμών δι’ ήμας καθ’ ήμάς, πάντα τά ήμών Ανελλιπώς?χων, Αμαρτίας χωρίς, τής κατά φύσιν Ακολουθίας γαμικής ούδόλως είς τοΰτο προσδεηθείς· όμοΰ τε καί κατά τό αύτό δεικνΰς, ώς οίμαι, τυχόν ώς ήν καί άλλος τρόπος τής είς πλήθος τών άνθρώπων αύξήσεως προεγνωσμένος θεφ, εί τήν έντολήν ό πρώτος έφύλαξεν άνθρωπος καί πρός κτηνωδίαν έαυτόν τφ κατά παράχρησιν τρόπφ τών οικείων δυνάμεων μή κατέβαλε, καί τήν κατά τό ά{φεν καί θήλυ διαφοράν τε καί διαίρεσιν τής φύσεως έξωθούμενος, ής πρός τό γενέσθαι, καθάπερ?φην, άνθρωπος ούδόλως προσεδεήθη,<&ν δέ άνευ είναι τυχόν έστι δυνατόν, ταΰτα είς τό διηνεκές παραμεΓναι ούκ άνάγκη. Έν γάρ Χριστφ Ίησοΰ, φησίν ό θείος ’Απόστολος, ούτε άίφεν ούτε θήλυ.

642

f. 223b: πρώτον ένώσας ήμΓν έαυτοϋς έν έαυτψ διά τής άφαιρέσεως τής κατά τό άρρεν και τό θήλυ διαφοράς,<…>καί σύν ήμΐν καί δι ήμάς τήν άπασαν κτίσιν διά τών μιίσων ώς μερών ιδίων τά άκρα περιλαβών καί περί έαυτόν άλύτως αλλήλοις διασφίγξας παράδεισον καί οικουμένην, ουρανόν καί γήν, αισθητά καί νοητά, ώς σώμα καί αΓσθησιν καί ψυχήν καθ’ ήμάς έχων καί νοΰν, οίς ώς μέρεσι καθ’ έκαστον τό έκάστψ καθόλου συγγενές οίκειωσάμενος άκρον κατά τόν προαποδοθέντα τρόπον θεοπρεπώς τά πάντα είς έαυτόν άνακεφαλαιώσατο, μίαν ύπάρχουσαν τήν άπα-σαν κτίσιν δείξας, καθάπερ άνθρωπον άλλον. Cf. Quaest. ad Thalass,. XLVill. Migne, s. gr. t.90, c.436.

643

f.223a-224a.

644

Cf. Weser. 21–22.

645

f.243a-244a.

646

f. 197a.

647

f. 147a.

648

f. 164b-165a.

649

f. 162а; f. 255b: ή Ακραιφνής τοΰ θεοΰ καί παμφαής παρουσία, μετά τήν τών κινουμένων στάσιν γινομένη.

650

f. 262b.

651

f.258a-258b.

652

f. 255a: 'Ως &v ουν ή κατά προαίρεσιν ένέργεια χρήσαιτο τη δυνάμει της φύσεως, εΓτε κατά φύσιν, είτε παρά φύσιν, τό εδ f| τό φεΰ είναι τό πέρας αύτήν έχουσαν ύποδέξεται, δπερ έστι τό άεί είναι, έν ф σαββατίζουσιν αί ψυχαί, πάσης λαβοΰσαι παύλαν κινήσεως.

653

f. 199b: «καί καθάπερ τών μοχθηρών αύτοΰ [τοΰ σαρκίου ή ψυχή] μετέσχε διά τήν συμφυΓαν, οΰτω κο.ί τών τερπνών έαυτης μεταδίδωσιν, δλον είς έαυτήν άναλώσασα. καί γενομένη συν τούτφ Εν, καί πνεύμα, καί νοΰς, καί θεός, καταποθέντος ύπό τής ζωής τοΰ θνητοΰ τε καί ζέοντος» (Greg. Naz. Or. funebr. in laudem Caesarii fratris, cap. 21). 'Ως γάρ κατεπόθη διά τήν άμαρτίαν ή σάρξ ύπό τής φθοράς, ύπό δέ τής σαρκός ή ψυχή γεωθεΓσα (öhlen γνωσθεΓσα; Erigena, De div. nat. с. 887: terrena facta) ταϊς ένεργείαις, ύπό δέ τής ψυχής διά τής παντελούς άγνωσίας ή έπίγνωσις τοΰ θεού, ώς μηδέ εί ίστι θεός γιώσκεσθαι, ούτω δή πάντως τφ καιρφ τής άναστά-σεως κατά τήν καλώς γενησομένην Αντιστροφήν έν Πνεύματι άγίψ διά τήν χάριν τοΰ σαρκωθέντος θεοΰ καταποθήσεται ή σάρξ ύπό τής ψυχής έν πνεύματι, ή δέ ψυχή ύπό τοΰ θεοΰ, τής δντως οδσης ζωής, ώς αύτόν μονώτατον δώ πάντων δλον δλη προφαινόμενον έχουσα. f. 127a: δλος άνθρωπος [θεωθήσεται] τή τού ένανθρω-πήσαντος θεοΰ χάριτι θεουργούμενος, δλος μέν άνθρωπος μένων κατά ψυχήν καί σώμα διά τήν φύσιν, καί δλος γινόμενος θεός κατά ψυχήν καί σώμα διά τήν χάριν καί τήν έμπρέπουσαν αύτφ διόλου θείαν τής μακαρίας δόξης λαμπρότητα.

654

f. 122a: Οΰτε γάρ έσται τι έκτός θεοΰ τότε δεικνύμενον, ή θεφ άντισηκοΰσθαι δοκοΰν, Γνα τινός έφεσιν πρός αύτό ^ψαι δελεάση, πάντων περιληφθέντων αύτφ νοητών τε καί αισθητών κατά τήν άφραστον αϋτοΰ έκφανσιν καί παρουσίαν, ώς ούδ’ έν ήμέρρ τά άστρφα «ρώτα καί αύτά τά άστρα ήλίου φανέντος τφ πολλφ καί άσυγκρίτφ φωτΐ, έξ ού καί αύτοΐς τό φώτα είναι καλυπτόμενα, καί ούδ’ δτι είσίν δσον αίσθήσει γνωριζόμενα.

Перейти на страницу:
Прокомментировать
Подтвердите что вы не робот:*